θεραπώ

θεραπώ
και θαραπώ
προσφέρω βοήθεια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • θεράπιο — και θαράπιο, το 1. ευχαρίστηση, χαρά 2. παρηγοριά. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητικός σχηματισμός < θεραπώ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”